Σελίδες

Κυριακή, Αυγούστου 15, 2010

On The Road... Third Stop : Amsterdam (Holland) Ep. 1


Φτάσαμε στην Ολλανδία, με μία ώρα καθυστέρηση από το συμφωνημένο και ο επιμελώς ατημέλητος νεαρός Ολλανδός που ήρθε να μας δώσει τα κλειδιά του σπιτιού, μας χρέωσε πρόστιμο 50 ευρώ αλλά μας άφησε ένα μπουκάλι κρασί για το καλωσορίσατε...
Εγώ θα ήθελα να έχουμε χαθεί στους απέραντους αυτοκινητοδρόμους αλλά δεν είπα τίποτα. Θα με έδερναν ο Β. και ο Μ. Κανονικά, εγώ θα έπρεπε να δείρω τον Μ. που έπαιζε συνέχεια με το κουμπί του ραδιοφώνου, αλλά από την άλλη μέσα στο κεφάλι μου έπαιζε πάλι μουσική με το που αφήσαμε το Βέλγιο, οπότε είχα το δικό μου soundtrack και δεν με πείραζε... Σε όλη τη διαδρομή έπαιζε μέσα στο κεφάλι μου αυτό :



και ήμουν τόσο χαρούμενη που μας περίμεναν νέες περιπέτειες!


Ο Ολλανδός, μας είπε πως μας είχε αφήσει οδηγίες στην πόρτα του ψυγείου. Διάβασα πως πρέπει να κάνουμε ησυχία μετά τις 10:00 το βράδυ -τι μας λες τώρα ρε;- και να μην καπνίζουμε μέσα στο σπίτι... Δεν ξεκολλήσαμε τις οδηγίες από το ψυγείο αλλά τις περιφρονήσαμε κατάφωρα...

Οι άλλοι ενθουσιάστηκαν τόσο, όσο κι εγώ με την μινιμάλ διακόσμηση τους σπιτού, τους άνετους χώρους, την καθαριότητα και τα μαύρα έπιπλα και τις μαύρες κουρτίνες. Τους έβλεπα να κάνουν σαν μικρά, ενθουσιασμένα παιδιά και έπαιζε μέσα στο κεφάλι μου αυτό :




και χαιρόμουν να τους βλέπω έτσι. Μου άρεσαν.

Οι κρεββατοκάμαρες ήταν στο επάνω πάτωμα και για να ανεβάσουμε τα πράγματά μας, από τη στενή σκάλα, μας βγήκε η πίστη ανάποδα. Βολευτήκαμε όμως αμέσως. Έτσι όπως είμασταν όλοι, φαντάζομαι ότι το ίδιο εύκολα θα βολευόμασταν σε ένα παγκάκι ή σε κάποιο αντίσκηνο. Έλουσα τα μαλλιά μου -που με ταλαιπώρησαν πολύ σε όλο το ταξίδι- και έκατσα στο σαλόνι με τα κεριά και το σημειωματάριό μου. Μέσα στο μυαλό μου έπαιζε αυτό :




και ήμουν απίστευτα ήρεμη, παρά το ότι καθώς έγραφα, είχα για πρώτη φορά στη ζωή μου θεατές μερικούς από τους άλλους που καθόταν μαζί μου στο σαλόνι. Φυσικά κάποιοι με ρώτησαν τι γράφω. (Χαμογελάω καθώς το θυμάμαι).

Έπεσα για ύπνο με σκοπό να μην σηκωθώ την επόμενη πρίν το μεσημέρι, αλλά ξύπνησα από τα χαράματα. Με το που ξημέρωσε, στο δωμάτιο είχαμε φωταψίες και ηλιοφάνεια. Αδυνατώ να καταλάβω γιατί οι περισσότεροι ευρωπαίοι δεν βάζουν παντζούρια στα σπίτια. Το άπλετο φως εισχώρησε μέσα από τα βλέφαρά μου, έκαψε τους κερατοειδείς μου και με ανάγκασε να σηκωθώ νωρίς, να κατέβω κάτω και να αρχίσω τους καφέδες και τα τσιγάρα. Οι απαγορεύσεις του Ολλανδού, καμία εντύπωση δεν μου είχαν κάνει και θεωρώ ότι ήταν χρέος μου να τις καταπατήσω με τον πιο προκλητικό τρόπο. Ο Β., ο Π. και ο Γ. είχαν σηκωθεί από πιο νωρίς -δεν ξέρω αν υπάρχει πιο νωρίς από τα χαράματα- για να πάνε τα αυτοκίνητα σε κάποιο πάρκινγκ, γιατί δωρεάν πάρκινγκ στην Ολανδία δεν υπάρχει πουθενά. Η Χ. κοιμόταν μακάρια και ο Μ. κατέβηκε να μου κάνει παρέα στον καφέ και τα απανωτά τσιγάρα. Είναι απίστευτο το πόσο μοιάζουμε με τους Ιταλούς ως λαός.

Επιθεωρώντας την πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα και αφού είχαμε πιεί ήδη κανένα λίτρο καφέ ο καθένας, αποφάσισα να κάνω μοναχική εξόρμηση για προμήθειες. Είμαι σίγουρη πως αν ήταν ο Β. στο σπίτι δεν θα με άφηνε να βγω μόνη. Εγώ όμως ήθελα να χαθώ, να έχω περιπέτειες και έτσι πήρα τη φωτογραφική μου μηχανή και βγήκα έξω. Είναι απίστευτα ανακουφιστικό το συναίσθημα που νιώθεις καθώς περιτριγυρίζεις σε μια εντελώς ξένη πόλη όπου δεν ξέρεις που είναι ούτε το περίπτερο, ανώνυμη, παντελώς άγνωστη και πιθανώς χαμένη. Απόλαυσα τη λιακάδα, παραλίγο να με σκοτώσουν δύο ποδήλατα, έβγαλα φωτογραφίες και τραγουδούσα μέσα στο κεφάλι μου αυτό :



και ήμουν χαρούμενη καθώς έβλεπα τα υπέροχα δένδρα και τα κανάλια σκεφτόμενη αυτά που είχα μέσα μου, πριν ακόμα φύγουμε από την Αθήνα. Στην Ολανδία δεν κινδυνεύεις να σε σκοτώσουν τα αυτοκίνητα. Δεν έχει μανιακούς οδηγούς εκεί. Έχει όμως ποδήλατα και αν δεν έχεις συνηθίσει τους ειδικούς ποδηλατόδρομους, κινδυνεύεις σοβαρά να φας ένα καλό βρίσιμο στην καλύτερη ή ένα καλό σαβούριασμα στη χειρότερη. Έβαλα τα γέλια με τους ποδηλάτες που μου έδειχναν τη λωρίδα τους αποδοκιμαστικά και συνέχισα.

Παρά τους καλοντυμένους Ολλανδούς και τους καθαρούς δρόμους, το Άμστερνταμ είναι σκληρή πόλη. Έτσι την ένιωσα εγώ κατά τις πολύωρες εξορμήσεις και εξερευνήσεις μας με τους υπόλοιπους. Όλα σε αυτή την πόλη περιστρέφονται γύρω από το sex και το "χόρτο" σε τέτοιο βαθμό που έπαθα overdose. Σε κάθε γωνιά της, το soundtrack στο κεφάλι μου άλλαζε και ήταν τόσο αδιάλειπτα εναλλασσόμενο αυτό, που ακόμα κι εγώ ζαλίστηκα. Τη μία στιγμή έπαιζε στο μυαλό μου αυτό :




και την επόμενη αυτό :



Τόσο αποπροσανατολισμένη και μπερδεμένη ήμουν. Κάτι είχε αρχίσει να με ενοχλεί. Δεν μπόρεσα να προσδιορίσω τι. Δεν είχα τον απαραίτητο χρόνο και την απαιτούμενη απομόνωση.
Η μοναδική στιγμή που ησύχασε το κεφάλι μου, ήταν όταν πήγαμε στο μουσείο του Van Gogh και ένιωσα συγκίνηση που είδα ένα αυθεντικό Picaso και ένα Mone. Τριγύριζα ανάμεσα στους υπέροχους πίνακες φορώντας μια μπλούζα που έλεγε :
FUCK YOU, FUCK IT, FUCK CAPITALISM, FUCK FUCK, FUCK WAR, FUCK ME, FUCK UP, FUCK SYSTEM, FUCK BOSSES, FUCK WORK, FUCK THERAPY, FUCK ALL, FUCK ALL.
Οι Ολλανδοί μέσα στο μουσείο με κοιτούσαν περίεργα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. Στη πόλη του sex δεν ήμουν;
Όταν άρχισε να παίζει μέσα στο κεφάλι μου αυτό :



άρχισα να ανησυχώ αλλά προσπάθησα να καταπνίξω το συναίσθημα.

Πήγαμε και σε άλλα μουσεία. Στο Torture Museum με μεσαιωνικά όργανα βασανιστηρίων, δεν σταμάτησα να σκέφτομαι πόσο διεστραμμένη μπορεί να είναι η ανθρώπινη φύση, όταν τόσοι άνθρωποι στο παρελθόν, κατέβαλαν τόσο κόπο και σκέψη έτσι ώστε να επινοήσουν τόσα πολλά όργανα για να προκαλούν πόνο σε άλλους ανθρώπους. Το ίδιο είχα σκεφτεί και σε ένα παρόμοιο μουσείο που είχα πάει στην Πράγα. Είχα μοιραστεί τότε τη σκέψη μου και είχα πάρει μια απάντηση που με είχε συναρπάσει. Μοιράστηκα τη σκέψη μου και αυτή τη φορά χωρίς να πάρω συνρπαστική απάντηση. Παρά τα ειδεχθή όργανα, άκουγα αυτό :




Πήγαμε και στο Sex Museum. Καλό ήταν. Επιμορφωτικό θα έλεγα, αν και πάλι είχα πάει σε ένα παρόμοιο όταν ταξίδεψα στην Πράγα και είχα περάσει πολύ καλύτερα. Είχα γελάσει πολύ τότε. Βλέποντας αυτά τα δύο μουσεία, έκανα αναθεώρηση των σκέψεών μου σχετικά με τη διαστροφή. Το πιο σοκαριστικό θέαμα ήταν τα όργανα βασανιστηρίων σε απρόθυμα θύματα. Τα υπόλοιπα ήταν απλώς ερεθίσματα σε πρόθυμους "συμπαίκτες". Τίποτα παραπάνω. Τα εκθέματα σε αυτό το μουσείο, παρ'ότι χυδαία, ήταν κατά ένα περίεργο τρόπο κομψά, οπότε μοιραία είχα στο μυαλό μου τη μελωδία των Clock DVA :



Τα Coffee Shops της Ολλανδίας δεν είναι μύθος. Μπορείς να πας και να πιείς την μπύρα σου -που είναι εξαιρετικής ποιότητας- και να καπνίσεις δημόσια και χόρτο το οποίο έχεις προμηθευτεί από εκεί. Καθώς μπαίνεις μέσα η μπόχα είναι αφόρητη, αν και τα μαγαζιά είναι πολύ φροντισμένα. Χάρηκα που το είδα. Μου θύμησε Αμερικάνικες ταινίες με μπαρ που έχουν μπιλιάρδα, πολύ μπύρα και κουλοχέρηδες. Ο Dj ήταν άθλιος και εγώ άκουγα πεισματωμένη στο κεφάλι μου αυτό :



Σκληρή πόλη. Δεν αξιολόγησα αυτό που κάνουν ως ελευθερία. Μάλλον ως ελευθεριότητα. Έχασα τον προσανατολισμό μου, το focus μου, αναστατώθηκε το μέσα μου.
Ούτε και οι "βιτρίνες" είναι μύθος. Εξερευνώντας τη περιοχή με τα "κόκκινα φανάρια" παρατήρησα τα μικρά ισόγεια δωμάτια με τα λευκά πλακάκια και τις κοπέλες να ποζάρουν βαριεστημένα με τα εσώρουχα και σκέφτηκα τα χασάπικα που έχουμε στην Αθήνα. Έχουν τα ίδια πλακάκια.

... TO BE CONTINUED...