Η συναισθηματική του νοημοσύνη, είναι πέραν επιτρεπόμενου ορίου, σε επίπεδο αυτοκακοποίησης. Το ίδιο και η ευφυία και το ταλέντο του. Κι όμως. Χάνει τα λόγια και τις σκέψεις του με τέτοια ευκολία που εκπλήσεσσαι τρομάζοντας. Δεν είναι μόνο τα λόγια. Είναι και ο ειρμός που είναι τόσο ασυνάρτητος. Αναρωτιέσαι πως γίνεται να καταλαβαίνεις, ενώ υπό άλλες συνθήκες, αυτό θα ήταν αδύνατο. Απορείς ανάλαφρα με τον εαυτό σου, ανομολόγητα εντυπωσιασμένη, αλλά απορείς πολύ περισσότερο με εκείνον που είναι ολοκληρωτικά βυθισμένος στο χάος. Εκλογικεύεις, για να απορρίψεις την αμέσως επόμενη στιγμή, κάθε σκέψη ή βεβαιότητα. Είναι σαν το περπάτημα πάνω σε τεντωμένο σκοινί. Ταλαντεύεσαι επικίνδυνα, δυσάρεστα και αναίτια. Δεν έχει να κάνει με προσωπικές αντιφάσεις, αλλά με ένα καθολικό, ολοκληρωτικό και αμετάκλυτο χάος. Φοβάσαι πως κάποιος που βιώνει κάτι τέτοιο, είναι αδύνατο να επιβιώσει, να υπάρχει καν. Είναι τόσο αποσυντονιστικό που θες να το απομακρύνεις όσο περισσότερο γίνεται από σένα με την ταχύτητα του φωτός.
Έχει εμμονές. Αλλά από την άλλη, ποιός δεν έχει; Δεν ξέρει να σε σεβαστεί, δεν ξέρει να σε χειριστεί και δείχνει να σε φοβάται. Γιατί ξέρει πως εξ΄ ορισμού θα έπρεπε να είσαι θυμωμένη. Και είσαι. Πολύ. Αλλά δεν μιλάς γιατί όλο αυτό το χάος σου προκαλεί οίκτο. Έναν οίκτο που αν τον ήξερε θα τον ένιωθε σαν βαθειά γρατζουνιά. Είναι όμως ο μόνος λόγος που κρατιέσαι και δεν μιλάς. Προσβλητικά αφελής, ψάχνει απελπισμένα για δικαιολογίες και σέρνεται σε προσωπικές ψηλαφίσεις για να τις ξεχάσει με την ίδια ευκολία που πετάει το άδειο πακέτο από τα τσιγάρα του. Βασανίζεται από τις ενοχές του και αυτομαστιγώνεται αλλά σε εξαναγκάζει να αυτομαστιγωθείς κι εσύ για τις δικές του ενοχές με απροσποίητη, απελπισμένη αθωώτητα που σε γδέρνει. Σου προσφέρει ότι ακριβώς χρειάζεσαι και πολύ περισσότερα, με συγκινητική γενναιοδωρία, για να τα πάρει πίσω έχοντας ως ατράνταχτο άλοθι, το εσωτερικό του χάος. Φεύγεις τρέχοντας, πετώντας σακουλάκια με παστίλιες και μαύρες τουλίπες.
Έχει εμμονές. Αλλά από την άλλη, ποιός δεν έχει; Δεν ξέρει να σε σεβαστεί, δεν ξέρει να σε χειριστεί και δείχνει να σε φοβάται. Γιατί ξέρει πως εξ΄ ορισμού θα έπρεπε να είσαι θυμωμένη. Και είσαι. Πολύ. Αλλά δεν μιλάς γιατί όλο αυτό το χάος σου προκαλεί οίκτο. Έναν οίκτο που αν τον ήξερε θα τον ένιωθε σαν βαθειά γρατζουνιά. Είναι όμως ο μόνος λόγος που κρατιέσαι και δεν μιλάς. Προσβλητικά αφελής, ψάχνει απελπισμένα για δικαιολογίες και σέρνεται σε προσωπικές ψηλαφίσεις για να τις ξεχάσει με την ίδια ευκολία που πετάει το άδειο πακέτο από τα τσιγάρα του. Βασανίζεται από τις ενοχές του και αυτομαστιγώνεται αλλά σε εξαναγκάζει να αυτομαστιγωθείς κι εσύ για τις δικές του ενοχές με απροσποίητη, απελπισμένη αθωώτητα που σε γδέρνει. Σου προσφέρει ότι ακριβώς χρειάζεσαι και πολύ περισσότερα, με συγκινητική γενναιοδωρία, για να τα πάρει πίσω έχοντας ως ατράνταχτο άλοθι, το εσωτερικό του χάος. Φεύγεις τρέχοντας, πετώντας σακουλάκια με παστίλιες και μαύρες τουλίπες.